Για την προσπάθεια εξομοίωσης Κομμουνισμού-Ναζισμού
Άουσβιτς 1988, Φωτό Σκαρτσίλας Σωτήρης
«Μιλά
για τους πρώτους Ρώσους στρατιώτες μπροστά στο στρατόπεδο μας, το γεμάτο
νεκρούς και ετοιμοθάνατους : Δεν χαιρετούσαν, δεν χαμογελούσαν. Έδειχναν
συντετριμμένοι, όχι μόνο από οίκτο αλλά και από ένα συγκεχυμένο αίσθημα αμηχανίας
πού σφράγιζε τα στόματα τους κι αλυσόδενε το βλέμμα τους μπροστά σ' αυτό το
μακάβριο θέαμα. Ήταν ή ίδια ντροπή, ή τόσο γνώριμη σ' εμάς, πού μας κατέκλυζε
μετά από κάθε « διαλογή » και κάθε φορά πού ήμασταν υποχρεωμένοι να
παρακολουθήσουμε ή να υποστούμε έναν εξευτελισμό. Μια ντροπή πού οι Γερμανοί
αγνοούσαν, ή ντροπή πού νιώθει ο δίκαιος μπροστά στην αδικία πού διέπραξε
κάποιος άλλος, καθώς υποφέρει στην ιδέα ότι πλέον ή αδικία υφίσταται, ότι έχει
εισχωρήσει αμετάκλητα στον κόσμο των υπαρκτών πραγμάτων και ότι ή καλή του θέληση
αποδείχτηκε ασήμαντη, ανεπαρκής και εντελώς αναποτελεσματική.» Πρίμο
Λέβι Αυτοί που βούλιαξαν και αυτοί που σώθηκαν
Είναι
αδιαμφισβήτητο ότι η Σοβιετική Ένωση και
ο Σοβιετικός Στρατός όχι μόνο σταμάτησαν τον Ναζισμό, αλλά και τσάκισαν μια για
πάντα την ναζιστική μηχανή του θανάτου και της υποδούλωσης πολλών χωρών. Παρ’ όλα
αυτά οι προσπάθειες εξομοίωσης Κομμουνισμού
και Ναζισμού δεν είναι σημερινό φαινόμενο και μια εκ του πονηρού προσπάθεια
δεξιών, φασιστών και αντικομμουνιστών να ανακαλύψουν ομοιότητες ανάμεσα στους δύο. Η
μαύρη αυτή προπαγάνδα ξεκίνησε από τα καπιταλιστικά ευρωπαϊκά κράτη αλλά και τις
ΗΠΑ, αμέσως σχεδόν μετά τη νίκη των πρώην Συμμάχων ενάντια στον Ναζισμό. Ποιος
δεν ξέρει άλλωστε ότι οι Δυτικοί «Σύμμαχοι» θα προτιμούσαν να έχουν σύμμαχο τον
Χίτλερ και όχι τον Στάλιν, αν ο πρώτος παραιτούνταν από το στόχο του να είναι
κυρίαρχος σε όλη την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο και αν δεν έκανε πράξη την φρικαλεότητα του
ναζισμού. Δεν
είναι τυχαίο ότι ο Χίμμλερ, δεύτερος στην ιεραρχία
υπό τον Φύρερ, εμπνευστής καί αρχιτέκτονας των διαβόητων
στρατοπέδων θανάτου που ιδρύθηκαν σε διάφορα μέρη της κατεχόμενη Ευρώπης,
όταν οι συμμαχικές
δυνάμεις εισέβαλαν στο γερμανικό έδαφος προσπάθησε να διαπραγματευτεί τη σύναψη ειρήνης μέ τους Δυτικούς
και τη συνέχιση του
πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ. Μιας και η ήττα του
Ναζισμού οφείλεται στην ανυποχώρητη αντίσταση των Σοβιετικών και την σαρωτική
αντεπίθεση του Σοβιετικού Στρατού με τα εκατομμύρια των νεκρών τους, η προσπάθεια
για να πληγεί η Σοβιετική Ένωση τότε και εν γένει ο κομμουνισμός σήμερα,
εστιάστηκε στην ταύτιση των ναζιστικών στρατοπέδων και στα σοβιετικά γκουλάγκ.
Παρ΄ όλο που οι συνθήκες των ναζιστικών στρατοπέδων, οι θάλαμοι αερίων, οι
μαζικές δολοφονίες, τα κρεματόρια κ.ά., δεν είχαν το αντίστοιχό τους και
ξεπερνούσαν κάθε ανθρώπινη φαντασία, η ταύτιση και εξομοίωσή τους με εγκλήματα της σταλινικής περιόδου προσπαθούν
ιδίως στις μέρες μας, να απονομιμοποιήσουν στις συνειδήσεις και τον κομμουνισμό και
να αποκλείσουν μια και καλή, κάθε μελλοντική πιθανότητα αποδοχής και εξάπλωσής
του, ως αντίπαλη πρόταση της καπιταλιστικής
βαρβαρότητας. Έτσι σήμερα σε χώρες της Βορειοανατολικής κυρίως
Ευρώπης με φασιστικές και φιλοναζιστικές κυβερνήσεις, ο κομμουνισμός είναι απαγορευμένη
ιδεολογία με επιχείρημα ότι ταυτίζεται με τον ναζισμό και φασισμό, τα
κομμουνιστικά κόμματα είναι εκτός νόμου, ό,τι έχει να κάνει με κομμουνιστικά
σύμβολα εξαφανίζονται δια νόμου, την ίδια στιγμή που η σβάστικα μπορεί να
ανεμίζει ανατριχιαστικά και οι οπαδοί του ναζισμού όχι μόνο να χαίρουν ασυλίας
αλλά και να πραγματοποιούν προγκρόμ σε πολιτικούς και ιδεολογικούς αντιπάλους, σε
πρόσφυγες και μετανάστες και να είναι ευπρόσδεκτοι σε κυβερνητικές θέσεις.
Ας δούμε όμως τι λένε δύο άνθρωποι που βίωσαν
ως κρατούμενοι τα ναζιστικά στρατόπεδα του θανάτου, για αυτή την προσπάθεια
εξομοίωσης του ναζισμού και κομμουνισμού. Πρόκειται για τους Πρίμο Λέβι και Ζαν
Αμερί, δύο ανθρώπους που έγραψαν για την εμπειρία τους αυτή και που δεν θα
μπορούσε κανείς να τους στηλιτεύσει για φιλοκομμουνισμό. Του πρώτου είναι η
απάντηση που έδωσε σε κάποιο μαθητή που του έθεσε μια ερώτηση σε μια από τις πολλές επισκέψεις
του σε κάποιο ιταλικό σχολείο και παρατίθεται στο Επίμετρο του βιβλίου του ¨Εάν
Αυτό Είναι ο Άνθρωπος» και του δεύτερου
είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του «Πέρα από την Ενοχή και την Εξιλέωση» και
τα δύο των εκδόσεων ΑΓΡΑ.
Πρίμο Λέβι, Εάν Αυτό Είναι Ο Άνθρωπος
Γιατί αναφέρεστε μόνο στά·γερμανικά
στρατότιεδα και καθόλου στα στρατόπεδα της Σοβιετικής ΄Ενωσης;
΄Οπως
ανέφερα στήν πρώτη απάντηση μου, προτιμώ τό καθήκον του αυτόπτη μάρτυρα και όχι
του δικαστή: μεταφέρω τή μαρτυρία των όσων έχω δει και υποστεί. Τά βιβλία μου
δέν είναι ιστορικά βιβλία: σέ αυτά περιορίζομαι αυστηρά νά αναφέρω τά γεγονότα
τών οποίων είχα άμεση εμπειρία, αποκλείοντας αυτά πού έμαθα αργότερα μέσα από βιβλία ή εφημερίδες.
Παραδείγματος χάριν δέν παρέθεσα τους αριθμούς τών θυμάτων του ΄Αουσβιτς και
δέν περιέγραψα τις λεπτομέρειες τών θαλάμων αερίων και τών κρεματορίων πράγματι
άγνοούσα αυτά τά στοιχεία όταν ήμουν στό Λάγκερ, και τά πληροφορήθηκα μετά.
όπως και όλος ό κόσμος.
Γιά
τον ιδιο λόγο δέν μιλώ γενικά και γιά τά σοβιετικά στρατόπεδα: γιά καλή μου
τύχη δέν τά γνώρισα, και απλώς θά επαναλάμβανα! όσα έχω διαβάσει, δηλαδή όσα
ήδη ξέρουν αυτοί πού τό θέμα τους ενδιαφέρει. Είναι σαφές ότι παρ’ όλα αυτά δέν
προσπαθώ ούτε και επιθυμώ νά αποφύγω τό καθήκον πού έχει κάθε άνθρωπος νά
εκφράσει κάποια κρίση ή νά διατυπώσει μια γνώμη. Έκτος άπό τις προφανείς ομοιότητες
ανάμεσα στά γερμανικά καί σοβιετικά Λάγκερ, νομίζω ότι μπορούμε νά
παρατηρήσουμε ουσιαστικές διαφορές.
Ή
κύρια διαφορά συνίσταται στον αντικειμενικό στόχο τών δύο συστημάτων. Τά
γερμανικά στρατόπεδα αποτελούν κάτι το μοναδικό στήν αιματηρή ομολογουμένως
ιστορία της ανθρωπότητας: στήν αρχική επιδίωξη νά εξοντώσουν καί νά τρομοκρατήσουν
τούς πολιτικούς αντιπάλους, προστέθηκε μιά άλλη τερατώδης καί μοντέρνα, αυτή της
ολοκληρωτικής εξάλειψης ολόκληρων λαών καί πολιτισμών. Άπό το 1941 περίπου,
αυτές οί επιδιώξεις παίρνουν τή μορφή γιγαντιαίων μηχανών θανάτου: θάλαμοι
αερίων καί κρεματόρια σχεδιάστηκαν συνειδητά γιά νά αφαιρέσουν τή ζωή
εκατομμυρίων ανθρώπων ή φρικιαστική πρωτιά ανήκει στό Άουσβιτς μέ 24.000
νεκρούς σέ μία μόνο μέρα, τόν Αύγουστο του 1944. Τά σοβιετικά στρατόπεδα
αναμφίβολα δέν ήταν ούτε είναι τόποι όπου ή παραμονή είναι ευχάριστη, αλλά σε αυτά,
ακόμη καί στά πιο σκοτεινά χρόνια του σταλινισμού, ο θάνατος
τών κρατουμένων δέν αποτελούσε σαφή επιδίωξη: ήταν πολύ συχνό γεγονός πού αντιμετωπιζόταν μέ ωμή αδιαφορία, αλλά ουσιαστικά όχι τό κυρίως επιδιωκόμενο* ήταν συνέπεια της πείνας, του κρύου, των μολύνσεων, της εξάντλησης. Σε αυτή τή θλιβερή σύγκριση ανάμεσα στους δύο κόσμους της κόλασης θα πρέπει ακόμα νά προσθέσουμε ότι γενικά στά γερμανικά στρατόπεδα έμπαινες γιά νά μή βγεις ποτέ : το τέρμα ήταν ό θάνατος. Αντίθετα, στά σοβιετικά ύπήρχε πάντα ένα όριο: στό σταλινικό καθεστώς οί « ένοχοι» συχνά καταδικάζονταν σε βαρύτατες ποινές (δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια) μέ τρομακτική ευκολία, άλλα ύπηρχε πάντα έστω μιά μικρή ελπίδα ελευθερίας.
τών κρατουμένων δέν αποτελούσε σαφή επιδίωξη: ήταν πολύ συχνό γεγονός πού αντιμετωπιζόταν μέ ωμή αδιαφορία, αλλά ουσιαστικά όχι τό κυρίως επιδιωκόμενο* ήταν συνέπεια της πείνας, του κρύου, των μολύνσεων, της εξάντλησης. Σε αυτή τή θλιβερή σύγκριση ανάμεσα στους δύο κόσμους της κόλασης θα πρέπει ακόμα νά προσθέσουμε ότι γενικά στά γερμανικά στρατόπεδα έμπαινες γιά νά μή βγεις ποτέ : το τέρμα ήταν ό θάνατος. Αντίθετα, στά σοβιετικά ύπήρχε πάντα ένα όριο: στό σταλινικό καθεστώς οί « ένοχοι» συχνά καταδικάζονταν σε βαρύτατες ποινές (δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια) μέ τρομακτική ευκολία, άλλα ύπηρχε πάντα έστω μιά μικρή ελπίδα ελευθερίας.
Άπό
αύτη τή βασική διάφορα πηγάζουν οί άλλες. Οί σχέσεις ανάμεσα στους φρουρούς καί
τούς κρατούμενους στή Σοβιετική ΄Ενωση είναι λιγότερο απάνθρωπες: ανήκουν όλοι
στό ίδιο έθνος, μιλούν την ίδια γλώσσα, δέν χωρίζονται σέ «υπεράνθρωπους»
καί «ύπανθρώπους» όπως στό ναζιστικό καθεστώς. Στους αρρώστους
παρέχεται κάποια φροντίδα- όταν ή δουλειά είναι πολύ σκληρή μπορείς νά σκεφτείς
μιά διαμαρτυρία, ατομική ή συλλογική· ή σωματική τιμωρία είναι σπάνια καί
λιγότερο βάναυση* οί κρατούμενοι έχουν το δικαίωμα νά λάβουν γράμματα ή είδη
διατροφής άπό τό σπίτι* ή υπόσταση του ανθρώπου δεν εξαλείφεται εντελώς.
Αντίθετα, στά ναζιστικά Λάγκερ καί κατά πρώτο λόγο γιά τούς Εβραίους καί τούς
τσιγγάνους, ή εξόντωση ήταν ολοκληρωτική: ακόμα καί παιδιά, κατά εκατοντάδες χιλιάδες,
πέθαναν στους θαλάμους αερίων, γεγονός μοναδικό ανάμεσα στις φρικαλεότητες της
ιστορίας της ανθρωπότητας. Σάν συνέπεια, το ποσοστό θνησιμότητας διαμορφώνεται
διαφορετικά στά δύο συστήματα. Στή Σοβιετική ΄Ενωση, στις πιό σκληρές
περιόδους, φαίνεται ότι άγγιζε τό 30% στό σύνολο τών κρατουμένων, καί είναι
σίγουρα θλιβερό* άλλά στά γερμανικά στρατόπεδα άγγιζε τό 90-96%.
Θεωρώ
πολύ σοβαρή τήν πρόσφατη σοβιετική « καινοτομία » σύμφωνα μέ τήν οποία μερικοί
διαφωνούντες διανοούμενοι χαρακτηρίζονται βιαστικά ψυχασθενείς, κλείνονται σέ
ψυχιατρικά ιδρύματα και υποβάλλονται σέ « θεραπείες » όχι μόνο βασανιστικές
άλλά καί καταστροφικές γιά τις διανοητικές λειτουργίες του άνθρωπου. Αποδεικνύεται
έτσι ότι ή διαφωνία τρομάζει: δέν τιμωρείται πλέον άλλά καταπνίγεται μέ φάρμακα
(ή μέ τήν απειλή τους). ΄Ισως αυτή ή μεταχείριση δέν είναι πολύ διαδεδομένη (λέγεται ότι αυτοί οί « ασθενείς»
τό 1975 δέν ξεπερνούσαν τούς εκατό), άλλά είναι αποκρουστική, γιατί προσβάλλει
τήν επιστήμη καί συνιστά ασυγχώρητη έκπόρνευση τών γιατρών οί όποιοι συναινούν
μέ δουλικό τρόπο στις επιθυμίες της εξουσίας. Φανερώνει επίσης μιά βαθιά
περιφρόνηση του δημοκρατικού διαλόγου καί τών πολιτικών ελευθεριών.
Αντίθετα,
καί όσον άφορα τούς αριθμούς, μένει νά σημειώσουμε ότι σήμερα τό φαινόμενο τών
σοβιετικών Λάγκερ εμφανίζει ύφεση. Φαίνεται ότι γύρω στό 1950 οί πολιτικοί
κρατούμενοι ανέρχονταν σέ έκατομμύρια* σύμφωνα μέ τά στοιχεία της « Διεθνούς
Αμνηστίας » (μια μή πολιτική οργάνωση ή οποία έχει σκοπό νά βοηθήσει όλους τούς
πολιτικούς κρατούμενους, ανεξαρτήτως εθνικότητας καί πολιτικών πεποιθήσεων ),
σήμερα (1976) δέν πρέπει νά υπερβαίνουν τους δέκα χιλιάδες.
Συμπερασματικά,
τά σοβιετικά στρατόπεδα αποτελούν πάντα μια κατακριτέα εκδήλωση παράνομης καί
απάνθρωπης συμπεριφοράς. Είναι ή άρνηση του σοσιαλισμού, ή αμαύρωση του' μάλλον
πρέπει να θεωρηθούν σάν μιά βάρβαρη κληρονομιά του τσαρικού απολυταρχισμού άπό
τήν οποία το σοβιετικό καθεστώς δέν ήξερε ή δέν ήθελε να απελευθερωθεί. Όποιος
διαβάσει τις «Αναμνήσεις από τό σπίτι των πεθαμένων» του Ντοστογιέφσκι, έργο
του 1862, δέν δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τά ίδια χαρακτηριστικά τών φυλακών
πού περιγράφονται εκατό χρόνια μετά άπό τον Σολτζενίτσιν. Είναι όμως δυνατόν, ή
μάλλον εύκολο, νά φανταστεί κανείς τό σοσιαλισμό χωρίς Λάγκερ: σε πολλά σημεία
του κόσμου είναι πραγματικότητα. Άλλά ό ναζισμός χωρίς Λάγκερ είναι αδιανόητος.
Ζαν Αμερί, Πέρα
από την Ενοχή και την Εξιλέωση
Ακούω
συγκεκριμένα να μου υπενθυμίζουν το παράδειγμα του κομμουνισμού. ΄
Άλλωστε,
τώρα μόλις δέν ανέφερα ό ίδιος ότι βασανιστήρια υπήρχαν επί τριαντατέσσερα ολόκληρα
χρόνια στη Σοβιετική Ένωση; Έξαλλου, ό Arthur Kostler* δεν είχε κάνει λόγο για... Ώ, ναι. Ξέρω, ξέρω.
Θεωρώ, όμως, αδύνατον να σχολιάσουμε λεπτομερώς στο σημείο αυτό τους πολιτικούς
φενακισμούς της μεταπολεμικής περιόδου, σύμφωνα μέ τους oποίους ο κομμουνισμός και ό έθνικοσοσιαλισμός δεν
αποτελούν παρά δύο όχι και τόσο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Έχει
καταντήσει βαρετό να μας παραθέτουν τό ένα δίπλα στο άλλο τα ονόματα του Χίτλερ
και του Στάλιν, τό ΄Αουσβιτς και τή Σιβηρία, τό τείχος του γκέττο της Βαρσοβίας
και τό τείχος του Βερολίνου, λες και μιλούν για τον Goethe και τον Schiller,
τόν Klopstοck* και τον Wieland.* Ακροθιγώς, θα αρκεστώ απλώς νά επαναλάβω,
μιλώντας έξ ονόματος μου και μέ κίνδυνο να στηλιτευτώ, τί είπε κάποτε ό Τόμας
Μάνν σέ μια συνέντευξη ή οποία έμελλε νά ξεσηκώσει κύματα επικρίσεων: Ότι
δηλαδή ό κομμουνισμός, όσο φριχτός κι αν εμφανίζεται κατά καιρούς, δεν παύει νά
αισθητοποιεί μια ιδέα του ανθρώπου,
ενώ ό χιτλερικός φασισμός δέν υπήρξε καν ιδέα, άλλά μια άθλια άνοσιουργία. Αναμφισβήτητο
είναι, τέλος, ότι ό κομμουνισμός κατόρθωσε νά άποσταλινοποιηθει και ότι στή
σημερινή σοβιετική σφαίρα επιρροής, στόν βαθμό πού δίνουμε πίστη σέ
διασταυρωμένες μαρτυρίες, τά βασανιστήρια ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Στήν
Ουγγαρία κυβερνά σήμερα ένας πρωθυπουργός πού κάποτε είχε πέσει και ό ίδιος
θύμα σταλινικών βασανισμών. Ποιος όμως μπορεί πράγματι νά φανταστεί έναν
έθνικοσοσιαλισμό απαλλαγμένο από τό χιτλερικό δόγμα, και ώς αντιπροσωπευτικό
πολιτικό πρόσωπο μιας Ευρώπης αναδιοργανωμένης σέ ναζιστική βάση κάποιον
αλλοτινό οπαδό του Ernst Rohm*, σφυρηλατημένο στο καμίνι τών βασανιστηρίων;
Κανείς δέν μπορεί νά το φανταστεί. Θά ήταν πέρα ώς πέρα αδύνατον. Διότι ό
έθνικοσοσιαλισμός, ό όποιος ναι μεν δέν διαπνεόταν από ιδέες, πλήν όμως διέθετε
ενα ολόκληρο οπλοστάσιο άπό συγκεχυμένες και διεστραμμένες αντιλήψεις, υπήρξε
μέχρι σήμερα τό μοναδικό πολιτικό σύστημα του εικοστού αιώνα πού όχι απλώς
έκανε πράξη τήν κυριαρχία του άντι-ανθρώπου, όπως άλλωστε και άλλα κόκκινα ή
λευκά καθεστώτα τρομοκρατίας, αλλά και την ανέδειξε ρητά σέ βασική του αρχή. Ή
λέξη «ανθρωπισμός» ήταν γιά τον ναζισμό τόσο μισητή όσο ή αμαρτία γιά τον
θεοσεβούμενο, γι'αύτό και μιλούσε μέ απαξίωση γιά «ανθρωπιστική παραζάλη».
Συγχρόνως, εξολόθρευε και υποδούλωνε λαούς ολόκληρους - πράγμα πού δέν
επιβεβαιώνεται μόνο από τα corpora
delicti*(σώματα του εγκλήματος), αλλά και από επαρκή αριθμό
θεωρητικών θέσεων. Οί ναζί βασάνιζαν, όπως και άλλοι, προκειμένου να αποσπάσουν
σημαντικές πληροφορίες γιά τήν πολιτική του κράτους. Άπό τήν άλλη, όμως, βασάνιζαν
μέ τήν ήσυχη συνείδηση του άνοσιουργού. Υπέβαλλαν τους κρατούμενους τους σέ
μαρτύρια, έχοντας συγκεκριμένους σκοπούς, ειδικά προσδιορισμένους κατά
περίπτωση. Προπάντων, όμως, βασάνιζαν επειδή ήταν βασανιστές. Φρόντιζαν νά
επωφελούνται μέ κάθε τρόπο άπό τά βασανιστήρια. Μά ακόμα πιο ένθερμος ήταν ό
ζήλος με τόν όποίο τα υπηρετούσαν οί ίδιοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου